«Το δάσκαλο, το δάσκαλο, αυτό το σαρδανάπαλο να μου τον φέρετε στο στρώμα που λέει στους κουσμεκιάρηδες, που λέει στους μεσιακάρηδες οτι δικό τους είν’ το χώμα. Να σταματήσει πια να δασκαλεύει με λόγια σαν και τούτα της φωτιάς: Πώς όποιος για το δίκιο δεν παλεύει Θα ζει και θα πεθαίνει σαν ραγιάς!.»
Τραγούδι του Γιάννη Μαρκόπουλου
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, γιός του Παναγιώτη και της Μαριγώς Παπαναστασίου από το Λεβίδι Αρκαδίας, γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1876. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κοινωνικές επιστήμες, φιλοσοφία και νομικά στα πανεπιστήμια Χαϊδελβέργης και Βερολίνου. Τις σπουδές του συμπλήρωσε στο Λονδίνο και στο Παρίσι.
Από το 1926 έως το 1928, διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας στην Οικουμενική κυβέρνηση Ζαΐμη, με σημαντικό έργο όπως: η υπογραφή πρωτοκόλλου για την ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, μέριμνα για τη εκπαίδευση, η δημιουργία συνεταιρισμών, η αποκατάσταση ακτημόνων κ.ά.
Από την περίοδο των σπουδών του στη Γερμανία, ο Α. Παπαναστασίου έρχεται σε επαφή με τα θεωρητικά προβλήματα του συνεργατισμού μελετά διεξοδικά τα συνεταιριστικά ρεύματα της εποχής του και διαμορφώνει τις συνεταιριστικές του αντιλήψεις από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη. Οι αντιλήψεις του αυτές είναι επηρεασμένες από την συνεταιριστική πρακτική που κυριαρχούσε στη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα. Μάλιστα πρώτος, και σε πολύ πρώιμη εποχή, θα υπογραμμίσει στις χειρόγραφες σημειώσεις του "Πολιτεία και Αγροτικοί συνεταιρισμοί" την πρωτοποριακή αντίληψη ότι "ο συνεταιρισμός είναι ένωση προσώπων και όχι κεφαλαίων".
Στη διάρκεια της θητείας του ως υπουργού Γεωργίας, σύμφωνα και με το δημοσίευμα, αποφασίζεται να μετεκπαιδεύονται 200 περίπου δάσκαλοι ανά έτος, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και τη Γεωπονική Σχολή. Ο σχεδιασμός ήταν να αξιοποιηθούν γεωργικώς, …κτηνοτροφικώς και συναιτεριστικώς, ήτοι να βοηθήσουν με τις «γεωργικές» τους γνώσεις, την ελληνική ύπαιθρο η οποία μαστίζεται από την πείνα, τη δεισιδαιμονία και την αμάθεια, οι δε καλλιέργειες γίνονται με παραδοσιακές μεθόδους, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ποσότητα και την ποιότητα της παραγωγής, τις κοπιώδεις προσπάθειες των εργατών της γης κλπ.
Οι δάσκαλοι, αγροτικής προέλευσης σε σημαντικό ποσοστό, κρίνονται ως «κατάλληλότεροι», γιατί γνώριζαν την «ψυχολογία» των κάτοικων της υπαίθρου.
Όπως γράφει ένας επιθεωρητής «είναι προερχόμενοι εξ αγροτικών μερών και ζώντες εν μέσω αγροτικού περιβάλλοντος […] κατείχον δε τελείως την ψυχολογίαν του αγρότου εν πάση λεπτομερεία και την ζωήν του μέχρι τον τελευταίων και ποικίλων αποχρώσεων και πτυχών της». Επιπλέον, «όντες κάτοχοι πλουσίας ψυχολογικής προπαιδεύσεως […] ενήργουν σκοπιμώτατα και ευστοχώτατα»(1).
Μέχρι πολύ πρόσφατα, ίσως μέχρι και σήμερα, το νομικό καθεστώς της λειτουργίας των αποστακτηρίων(«καζάνια») προέβλεπε τη συμμετοχή του δασκάλου του χωριού, δίπλα στον παπά και τον Πρόεδρο της κοινότητας. Χωρίς να είναι στις προθέσεις μας να κρίνουμε εδώ συνολικά την εκπαιδευτική πολιτική στο μεσοπόλεμο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιδέα ήταν, κατ' αρχήν, σωστή. Επιλέγεται ως φορέας μετεκπαίδευσης μάλιστα ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα, η Γεωπονική Σχολή. Στη διάρκεια της συστηματικής, καθώς φαίνεται, μετ-εκπαίδευσης, οι δάσκαλοι έμαθαν «πως εκτρέφεται ο μεταξοσκώληξ», «γνώρισαν όλας τα ποικιλίας αγελάδων πρόβατων και αιγών» και εκπαιδεύτηκαν «πρακτικώς». Έμαθαν ακόμη να κάνουν κρασί, να καλλιεργούν «καλά φρούτα», να παράγουν «καλό λάδι» και καλό μετάξι, απέκτησαν γνώσεις για τη γεωργική οικονομία και τους συνεταιρισμούς και άλλα πολλά. Για τις υπηρεσίες τους αυτές θα έπαιρναν ένα μικρό επίδομα από την κοινότητα και θα «μεταλαμπάδευαν» τις γνώσεις τους στους αγροτόπαιδες, οι οποίοι επρόκειτο να φοιτήσουν στα «πρακτικά γεωργικά σχολεία»
Ο πρακτικός και «παραγωγικός» αυτός προσανατολισμός των παραινέσεων γίνεται κατανοητός, αν λάβουμε υπόψιν μας ότι η Ελλάδα παραμένει, μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο τουλάχιστον, μια κατά βάση αγροτική χώρα με σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, η οποία δεν έχει προχωρήσει σε βασικά βήματα εκσυγχρονισμού.
Οι υπέυθυνοι του υπουργείου παιδείαςι, 70 χρόνια πριν, χορηγούσαν πτυχίο γεωργικών σπουδών από τα πανεπιστήμιο, σήμερα με κάτι μπακαλόχαρτα των 400 ωρών, με τη «συνεργασία» ιδιωτικών κερδοσκοπικών φορέων, ορισμένοι βγάζουν ...δασκάλους/ες ειδικής αγωγής. Για να μην αναφερθώ στα ξενέρωτα σεμινάρια περιβαλλοντικής αγωγής στην πλειονότητα των οποίων κυριαρχεί η αντίληψη ότι για την οικολογική καταστροφή του πλανήτη φταίμε εμείς που ρεμβάζουμε στη μπανιέρα και ξοδεύουμε το νερό, και όχι οι κάθε είδους πολυεθνικές που ρημάζουν τον Αμαζόνιο.
Για να επανέλθω και να κλείσω, ο συντάκτης του άρθρου, καθηγητής γεωπόνος, τονίζει την «ωφέλεια που θα έχει ο δάσκαλος εις την εργασίαν του, εις την ζωντανή διδασκαλία της φυσιογνωσίας στο σχολεία του», ελπίζει ότι οι δάσκαλοι με την παρέμβασή τους θα «απομακρύνουν τον εμπειρισμό και τη μοιρολατρία και θα εισάγουν το πνεύμα της επιστήμης», και εκτιμά, μάλλον αισιόδοξα, πως «ο ζωντανός πρακτικισμός θα εξαφανίσει έτσι τον σχολαστικισμόν , κληροδότημα παλαιάς κακής μορφώσεως και διδασκαλίας». Καταλήγει: «επιτυχώς ελέχθη ότι η γνώσις είναι δύναμις».
(1) Β. Παπαγεωργίου, (1935),«Η συμβολή των δημοδιδασκάλων εις την ανάπτυξιντων συνεταιρισμών», Διδασκαλικό Βήμα, τχ.517 σελ 3
φωτό:
ΑλέξανδροςΠαπαναστασίου,
Διδασκαλικό Βήμα,
Πίνακας του Κωσταντίνου Μαλέα
(1879-1928)
"...Υπάρχει μια ηλικία, όπου διδάσκεις αυτό που ξέρεις· έρχεται όμως κατόπιν μια άλλη, όπου διδάσκεις αυτό που δεν ξέρεις: αυτό λέγεται αναζήτηση. Έρχεται ίσως τώρα η ηλικία μιας άλλης εμπειρίας: η ηλικία όπου ξεμαθαίνεις, όπου αφήνεις να δουλεύει το απρόβλεπτο ξαναπλάσιμο που η λήθη επιβάλλει στο καταστάλαγμα των γνώσεων, των διαφόρων μορφών κουλτούρας, των διαφόρων πεποιθήσεων που πέρασες. Αυτή η εμπειρία έχει, θαρρώ, ένα όνομα τρανό και απαρχαιωμένο που θα τολμήσω να το πάρω εδώ δίχως κόμπλεξ, στο σταυρικό ακριβώς σημείο της ετυμολογίας του: Sapientia: καμιά εξουσία, μια στάλα γνώση, μια στάλα σύνεση, και όσο πιο πολύ καλό γούστο."
Roland Barthes, "Μάθημα".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου